fbpx
Follow
Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Αφιέρωμα στην Πωγωνιανή: Ιστορία, πολιτισμός και παράδοση

Ένα ταξίδι στην ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό αυτού του μοναδικού Ηπειρώτικου χωριού.

Η Πωγωνιανή (παλιά Βοστίνα) βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Ιωαννίνων και στη μεθόριο γραμμή Ελλάδας- Αλβανίας. Είναι χτισμένη στις ανατολικές πλαγιές του Μπόζοβου σε υψόμετρο 740μ.

Σύμφωνα με τον Σπύρο Στούπη υπήρξε η δεύτερη εστία του Πωγωνίου που υπήρξε και έδρα των αρχών στην περίοδο της Τουρκοκρατίας καθώς και εμπορικό κέντρο του δυτικού τμήματος της περιοχής.

Γύρω στα τέλη του 1800, διαιρούνταν στην κυρίως Βοστίνα και τον Βαρό όπου υπήρχε ονομαστός τεκές (μουσουλμανικό μοναστήρι δερβίσηδων). Είχε μεγαλοπρεπή εκκλησία, τζαμί, διοικητήριο, σχολεία μουσουλμάνων και ελληνορθόδοξων, 3 ξενώνες και 5 εμπορικά καταστήματα. Μάλιστα λειτουργούσε Δημόσιο Γυμνάσιο και Εθνικό Οικοτροφείο.

Η Πωγωνιανή

Το Πωγώνι είναι από τις λιγότερες προβεβλημένες περιοχές της Ηπείρου. Για πολλά χρόνια υπέστη την «πολιτική» απομόνωση του κράτους κάτι που είχε τις επιπτώσεις του για πολλές δεκαετίες. Η μακραίωνη όμως ιστορία όλων αυτών των χωριών τα κάνει να συνεχίζουν την παράδοση σε πείσμα των καιρών.

Ιστορικά στοιχεία και πληροφορίες για την Πωγωνιανή

Ιστορική προέλευση της Πωγωνιανής και οι πρώτοι οικισμοί γύρω από την περιοχή

Ακριβή ιστορικά στοιχεία σχετικά με την αρχική εγκατάσταση για τη Πωγωνιανή δεν υπάρχουν. Ωστόσο, σύμφωνα με την προφορική παράδοση οι πρώτοι κάτοικοι της Πωγωνιανής όπως και του Δολού, υπήρξαν οικογένειες γεωργών και κτηνοτρόφων από τη Μακεδονία οι οποίες μεταξύ 1030 -1100 προσπαθώντας να αποφύγουν τις βαρβαρικές επιδρομές και ψάχνοντας ασφαλή τοποθεσία μετακινήθηκαν στην περιοχή όπου και εγκαταστάθηκαν.

Στην πορεία του χρόνου, οι άποικοι εγκαταστάθηκαν σε όλη τη γύρω από την Πωγωνιανή περιοχή.

Στην Πωγωνιανή
Στην Πωγωνιανή

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο βιβλίο «το Δολό στο Πωγώνι» στο νοτιότερο σημείο από τη «Μεγάλη Ράχη» και κάτω από εκεί εγκαταστάθηκαν οι περισσότερες οικογένειες ομαδικά συγκροτώντας τέσσερις οικισμούς: τις Αυλές, τον Ομαλά (ή Ομαλή), το Τούροβο και τον Κόπανο. Οι συνοικισμοί αυτοί σχηματίστηκαν ο ένας κοντά στον άλλον για λόγους ασφαλείας.

Πιθανόν στο Τούροβο να ήρθαν οικογένειες από το Τούρνοβο (σ. Γοργοπόταμος) που βρίσκεται στην επαρχία Κόνιτσας. Αυτοί ήρθαν από το χωριό τους στην περιοχή σαν μαστόροι (χτίστες) και εγκαταστάθηκαν μόνιμα εκεί ονομάζοντας το συνοικισμό Τούρνοβο και μετά Τούροβο (δάσος Τούρουβου σήμερα) σε ανάμνηση της πατρίδας τους. Οι συνοικισμοί αυτοί διατηρήθηκαν μέχρι τον 14ο ή και 15ο αιώνα.

Το μέρος των τεσσάρων συνοικισμών ήταν σημείο διάβασης, γιατί από εκεί περνούσε η παρακαμπτήρια Εγνατία οδός, ένα παρακλάδι που ακολουθούσε ένα μακρύ δρομολόγιο που περνούσε μέσα από το Πωγώνι και παραποτάμιες περιοχές, με διακλάδωση προς Αργυρόκαστρο και προς Δέλβινο, Αγίους Σαράντα, Μπρίντιζι, Ρώμη.

Στην περιοχή αυτή για τις θρησκευτικές τους ανάγκες είχαν κτίσει δύο εκκλησίες, ίχνη θεμελίων των οποίων βρέθηκαν ανάμεσα στις βαλανιδιές. Οικογένειες Σέρβων είχαν εγκατασταθεί πιθανόν με τους πρώτους κατοίκους στη Βοστίνα και παρέμειναν μέχρι την εγκατάσταση των Τούρκων (1450-1500) οπότε και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή.

Πάντως σε ανασκαφές του 1940 αποκαλύφθηκαν τάφοι σκεπασμένουι με πλάκες και στραμμένοι προς την ανατολή σύμφωνα με τα χριστιανικά έθιμα, οι δε σκελετοί έδειχναν ότι οι ενταφιασθέντες ήταν υψηλόσωμοι .

Η φοβερή αρρώστια που ξεκίνησε από την Ιταλία έκανε την εμφάνισή της και στο Πωγώνι γύρω στα 1343 με 1345 και αποδεκάτισε κυριολεκτικά μέσα σε λίγα χρόνια τον πληθυσμό της περιοχής.

Τα 2/3 του πληθυσμού πέθαναν. Όσοι γλύτωσαν από την πανώλη μετακινήθηκαν στα βορειοδυτικά και συγκρότησαν το συνοικισμό «Ζιουγκλαράτες» (Ζιουγκλαράτες σημαίνει γεωργοί και προέρχεται από τη λέξη «ζιουγκλίνες» που ήταν εξάρτημα του ζυγού των βοδιών με το οποίο έδεναν το λαιμό των ζώων). Όσοι κάτοικοι του Τούρουβου γλύτωσαν μετανάστευσαν στη Βουλγαρία.

Η Βοστίνα σαν ξεχωριστός οικισμός συγκροτήθηκε μάλλον μετά το 1550. Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν εξωμότες μουσουλμάνοι που κατάγονταν από διάφορες περιοχές και τους εγκατέστησαν εκεί οι Τούρκοι.

Σύμφωνα με την παράδοση περίπου 500 μουσουλμανικές οικογένειες συγκεντρώθηκαν στη Βοστίνα. Σ΄αυτό συνετέλεσαν το υγιεινό κλίμα, η επάρκεια βοσκότοπων και η θέση της Βοστίνας σαν φυσικό κέντρο των 22 χωριών της περιοχής. Πολλές από τις οικογένειες αυτές με την πάροδο του χρόνου μετακινούνταν σ άλλες περιοχές. Οι Τούρκοι με την εγκατάσταση των μουσουλμανικών οικογενειών στη Βοστίνα άρπαξαν τις περιουσίες των χριστιανών κατοίκων και τις έδωσαν στους εξωμότες, επιπλέον δε τους υποχρέωσαν να μετακινηθούν και τους περιόρισαν σε συγκεκριμένη περιοχή . Οι καταπιέσεις που υφίσταντο ανάγκασε πολλούς να εκπατρισθούν σε άλλα μέρη.

Για την εκτέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων οι εξισλαμισμένες οικογένειες έχτισαν μουσουλμανικό τέμενος και παράλληλα εγκαταστάθηκαν και «Δερβίσηδες» (κατηχητές) και «Μπεχτασήδες» (καλόγεροι , σχισματικοί μουσουλμάνοι που λάτρευαν τον προφήτη Ηλία). Στη Βοστίνα ιδρύθηκε και Τεκές των Μπεχτασήδων όπου έμεναν οι Δερβίσηδες και οι Μπεχτασήδες οι οποίοι έκαναν έκλυτη ζωή . Περίπου σε εκείνη την περίοδο εγκαταστάθηκαν και Τουρκόγυφτοι , οι οποίοι ψυχαγωγούσαν τους Τούρκους στις γιορτές.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 101

Για την προέλευση της πρώτης ονομασίας Βοστίνα υπάρχουν πολλές εκδοχές με επικρατέστερες:

  • Ο Λαμπρίδης την ερμηνεύει σαν «βοσκήσιμο τόπο» από τα πολλά βοσκοτόπια που διέθετε η περιοχή.
  • Σύμφωνα με τον Α.Χ. Παπαχαρίση «Συμβολή εις το τοπωνυμικόν του Πωγωνίου» η λέξη Βοστίνα στη σερβική γλώσσα σημαίνει «μελισσότοπος». Και στις πλαγιές του βουνού πάνω από το χωριό φυτρώνει το μελισσοβότανο.
  • Και η πιο πιθανή είναι ότι προέρχεται από την τουρκική λέξη «Μπόστι» που σημαίνει «τόπος πληρωμής φόρου». Οι Τούρκοι γύρω στα 1550 υποχρέωσαν τους κατοίκους όλης της περιοχής να έρχονται στη Βοστίνα για να πληρώσουν το φόρο (μπόστι).

Όσο για την ονομασία Πωγωνιανή, σύμφωνα με τον Κώστα Οικονόμου (ΤΑ ΟΙΚΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ) το όνομα Πογωνιανή απαντάται σε έγγραφα του 16ου -17ου αιώνα με τους τύπους Πωγωνιανή, Πωγωϊανή, Πωγωϊαννή. Το τοπωνύμιο προέρχεται από το επίθετο πογωνιανή με παράλειψη των ουσιαστικών θέση, εκκλησία κλπ., κι αυτό προέρχεται από το ουδέτερο Πογώνι και κατάληξη -ιανή.

Το όνομα Πωγωνιανή αποδίδεται γενικότερα σε όλο το τμήμα του Πωγωνίου. Η φιλοδοξία δε του κοινοτικού συμβουλίου της Βοστίνας που θέλησε να ονομάζεται η κοινότητα αυτή με το γενικό όνομα της περιφέρειας περιόρισε το όνομα Πωγωνιανή σε μία κοινότητα.

Ο τύπος Πωγωνιανή χρησιμοποιείται και σε διάφορα τοπικά δημοτικά τραγούδια και έχει το ίδιο πλάτος με τη λέξη Πωγώνι.

Σήμερα ο τύπος Πωγωνιανή επίσημα χρησιμοποιείται μόνον εις την «Φήμην» του Μητροπολίτου «Πωγωνιανής και Δρυινουπόλεως υπερτίμου και εξάρχου πάσης Βορ. Ηπείρου».

Πηγή : Α.Χ. Παπαχαρίσης «Συμβολή εις το τοπωνυμικόν του Πωγωνίου» ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, 1933

Το τοπωνύμιο Πογώνι είναι δυνατό να σχηματίζεται:

  • Από το ουσιαστικό απογώνι = «το υπήνεμο μέρος» και το επίρρημα απουγκώνα =«υπήνεμα»
  • Ή από το σλαβικό ουσιαστικό pogon-= «το μονοπάτι» και την πρόθεση pο(ή pod) = «κάτω, υπό, περί» και το ουσιαστικό gonb = «η καταδίωξη, το κυνήγι, ο βοσκότοπος, τμήμα χωραφιού» το ρήμα goniti= «κυνηγώ» και την επιθετική κτητική κατάληξη -jp – θηλ. -ja

Οι χριστιανικές οικογένειες που παρέμειναν στη Βοστίνα ήταν περίπου 50 και ζούσαν σκόρπιες σε καλύβες και ασχολούνταν με την οικόσιτη κτηνοτροφία και τη γεωργία. Οι οικογένειες αυτές δέχτηκαν να παραμείνουν μετά την υπόσχεση των Τούρκων μπέηδων ότι δεν θα τους εξαναγκάσουν να εξισλαμιστούν.

Με την πάροδο του χρόνου οι περισσότεροι εγκατέλειψαν τις γεωργικές ασχολίες και δούλευαν στα σπίτια των Τούρκων σαν υπηρέτες, ή εργάτες στα κτήματα. Οι υπόλοιποι (κάπου 15 οικογένειες) συνέχισαν να ασχολούνται με τις γεωργικές εργασίες. Τις οικογένειες αυτές τις ονόμαζαν «Τζιφτζή Χανέδες» και τους ανθρώπους τσιφτσήδες. Με την πάροδο του χρόνου επέτρεπαν στους χριστιανούς να κτίζουν τα καλύβια τους στην άκρη της ιδιοκτησίας τους.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 113

Η πολιτική του σεβασμού και της προθυμίας για κάθε εργασία με ελάχιστη αμοιβή προς τον κατακτητή ήταν ο μόνος τρόπος να διαβιώσουν σε μια εποχή που τα αγόρια στρατολογούνταν υποχρεωτικά στις τάξεις του τουρκικού στρατού και τα κορίτσια αρπάζονταν βίαια από τα σπίτια τους για να κλειστούν στους τούρκικους γυναικωνίτες ή να καταλήξουν σαν δώρο στους Τούρκους αξιωματούχους. Έτσι κατόρθωσαν να συμβιώσουν και να ζήσουν διατηρώντας τα χριστιανικά τους ονόματα και έχοντας -όσο ήταν δυνατόν- ατομική και οικογενειακή ασφάλεια.

Οι Τούρκοι επειδή οι Χριστιανοί ήταν υπάκουοι και πειθαρχικοί τους επέτρεψαν να κατασκευάσουν σπίτια στο ανατολικό μέρος του χωριού. Πολύ αργότερα έκτισαν και την πρώτη τους εκκλησία στο όνομα του Αγίου Νικολάου, στη θέση που βρίσκεται σήμερα η κεντρική εκκλησία της Πωγωνιανής.

Κάποιοι από του Μπέηδες προστάτευαν το χριστιανικό στοιχείο. Ένας από αυτούς ο Ισμαήλ Εφέντης. Ήρθε από τη Θεσσαλία στη Βοστίνα παίρνοντας προίκα δύο τσιφλίκια και διατηρώντας μύλους στο ποτάμι, στη έξοδο της χαράδρας του Κουβαρά. Όταν ήρθε στη Βοστίνα ο σκοπός του ήταν να εξισλαμίσει τους χριστιανούς των γύρω χωριών. Αντί όμως να τους εξισλαμίσει κατέληξε να τους προστατεύει.

Στη Βοστίνα πλειοψηφούσε το μουσουλμανικό στοιχείο.

Από το 1560 και μετά, το κλίμα και η τοποθεσία της περιοχής προσέλκυσε πολλούς μπέηδες οι οποίοι έχτισαν μεγαλοπρεπείς κατοικίες με περιβόλια. Εντυπωσιακά σπίτια σε μέγεθος και πλούτο.

Σήμερα σώζεται, σε κακή κατάσταση, η θερινή οικία του Ισμαήλ Εφέντη, Μπέη της Θεσσαλίας. Ένα τριώροφο κτίριο στο πιο ψηλό σημείο της Βοστίνας. Χρησιμοποιήθηκε σαν Γυμνασιακό Οικοτροφείο. Οι διάφορες μετατροπές που έγιναν στο κτίριο κατέστρεψαν την εσωτερική του διαρρύθμιση.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 120

Σύμφωνα με την παράδοση γύρω στα 900 μ.Χ. Μακεδόνες εγκαταστάθηκαν σποραδικά σε διάφορες περιοχές. Ζούσαν σε πατριές με αρχηγό τον γεροντότερο ο οποίος ήταν ο ρυθμιστής της οικογένειας. Από ανασκαφές που έγιναν βρέθηκαν ομαδικά νεκροταφεία αλλά και μεμονωμένα μνήματα σε απόμακρες και μοναχικές κατοικίες.

Η πανώλη που χτύπησε το 1350 ανάγκασε τους κατοίκους να συγκεντρωθούν σε κοινούς χώρους να χτίσουν σπίτια, να οργανωθούν σε κοινότητες και να ενταχθούν σε ένα ευρύτερο σύστημα διοίκησης. Οι μεγαλύτεροι και έμπειροι άνδρες αποτέλεσαν τη Δημογεροντία και έπαιρναν τις αποφάσεις για τα ζητήματα της κοινότητας.

Μετά την τουρκική κατάκτηση το καινούριο σύστημα διοίκησης ευνοούσε τους αγάδες και τους μπέηδες στην είσπραξη των φόρων από τους χριστιανούς. Τα καθήκοντα των προκρίτων πλέον ήταν διαφορετικά. Από αυτούς άλλοι προσπαθούσαν να εξυπηρετούν τους κατοίκους και να αποφεύγονται οι πιέσεις των κατακτητών, άλλοι προσπαθούσαν να αποφύγουν την εξυπηρέτηση των κατακτητών και άλλοι αποσκοπώντας σε συμφέροντα προσωπικά έγιναν «Σπαχήδες».

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 123

Η κοινωνική θέση έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο σε όλους τους τομείς. Στην εκκλησία, στα πανηγύρια, στις γιορτές, στις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Όλοι είχαν τη σειρά τους: μπέηδες, αγάδες, τσιφλικάδες, άρχοντες, τραπεζίτες κα έμποροι και ακολουθούσαν οι υπόλοιπο

Βέβαια αυτή η σειρά δεν ήταν πάντα η ίδια και στην ιεραρχία υπήρχε ανακολουθία. Το παγκάρι και τα στασίδια των αρχόντων γνώρισαν αλλαγές των κατόχων.

Οι γάμοι γίνονταν πάντα με κανόνα την ίδια κοινωνική τάξη και τη θρησκεία.

Η Βοστίνα ήταν το κέντρο 58 χωριών του καζά Βοστίνα. Οι κάτοικοι των χωριών έρχονταν στη Βοστίνα για διάφορες υποθέσεις δικαστικές, διοικητικές, φορολογικές. Για τους χριστιανούς οι συναντήσεις είχαν και λόγους εθνικούς. Η απελευθέρωση πάντα ήταν ο πόθος τους και οι συγκεντρώσεις αυτές ήταν ένας τρόπος να οργανωθούν.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 126

Με διάταγμα της τουρκικής κυβέρνησης από το 1846 ορίστηκε η αγορά (Παζάρι) της Βοστίνας να γίνεται κάθε Πέμπτη Το παζάρι αυτό συγκέντρωνε γεωργικά και βιοτεχνικά είδη και εκθέματα από 80 χωριά. Από το 1913 συνέχισε σε νέα βάση μέχρι το 1940 οπότε και σταμάτησε οριστικά.

Μαζί με τα μαγαζιά χάθηκαν και τα παλιά επαγγέλματα: οι τσαρουχάδες, οι ραφτάδες και οι σιεγκουνάδες, οι σαμαράδες, οι μπαρμπέρηδες και τόσα άλλα. Τα Χάνια που για χρόνια λειτουργούσαν φιλοξενώντας τα καραβάνια έκλεισαν και γκρεμίστηκαν. Μια παλιά εποχή που έσβησε και που άφησε ίχνη μόνο στις διηγήσεις και στις παλιές, ξεθωριασμένες φωτογραφίες.

Φυλλομετρώντας το βιβλίο του Νίκου Υφαντή Η ΠΩΓΩΝΙΑΝΗ-ΠΑΛΙΑ ΒΟΣΤΙΝΑ, διαβάζουμε ότι η Πωγωνιανή πριν το 1940 και πριν το 1922 και την απελευθέρωση είχε 34 καταστήματα πάσης φύσεως που εξυπηρετούσαν τους πάντες.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 128

Πηγές:
Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 270
Επαμεινώνσας Βαδίλης, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΕΤΟΣ ΣΤ΄, τεύχος 1, σελ. 11

Μετά τους απελευθερωτικούς αγώνες 1912-13 ιδρύθηκε το αλβανικό κράτος και σ΄αυτό υπάχθηκε το βόρειο Ηπειρωτικό τμήμα. Σε μια χρονική περίοδο πολύ δύσκολη για την Ήπειρο μετά τους απελευθερωτικούς αγώνες 1912-13, την ίδρυση του αλβανικού κράτους και την υπαγωγή σ΄αυτό του βόρειου Ηπειρωτικού τμήματος, του αγώνα της Βόρειας Ηπείρου για αυτονομία, τη χάραξη των Ελληνοαλβανικών συνόρων και την καταστροφή του 1922, έπρεπε να βρεθούν τρόποι να προστατευτούν τα ορφανά παιδιά της Ηπείρου και των άλλων διαμερισμάτων των «Νέων Χωρών», καθώς και τα προσφυγόπουλα από τη Βόρεια Ήπειρο και τη Μικρά Ασία.

Η λύση βρέθηκε με την ίδρυση του Γυμνασίου Βοστίνας. Μέσα σε λίγους μήνες ιδρύθηκε τετρατάξιο Γυμνάσιο στη Βοστίνα, το οποίο ξεκίνησε τη λειτουργία του από το σχολικό έτος 1924-25.

Παρά τις ελλείψεις η δουλειά που γινόταν στο Γυμνάσιο, η προετοιμασία στο σπίτι, η κατάρτιση των μαθητών και η απόκτησή γνώσεων ήταν αξιοθαύμαστη. Ένας μεγάλος αριθμός από τους μαθητές αυτούς μπήκαν στις Ανώτατες Σχολές χωρίς καμιά ιδιαίτερη προετοιμασία και χωρίς καμία κρατική μέριμνα για τη στέγαση και τη σίτισή τους.

Αργότερα και για μια μακρά περίοδο, χάρη στη μέριμνα του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Πωγωνίου, λειτούργησε ένα οικοτροφείο για όλους τους μαθητές του Γυμνασίου αντί ενός συμβολικού τιμήματος που ενισχύονταν οικονομικά από το Υπουργείο Πρόνοιας και που ήταν εγκαταστημένο στο λεγόμενο Παράρτημα που είναι το μεγαλύτερο τούρκικο κτίριο χτισμένο σε πανοραμική θέση κοντά στους πρόποδες του Μπόζοβου και που πήρε το όνομα αυτό επειδή κάποτε ήταν Παράρτημα του Ορφανοτροφείου.

Από το 1963 το Γυμνάσιο και Λύκειο μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο που έγινε με οικονομικές εισφορές της Παμπωγωνησιακής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας της Νέας Υόρκης.

Το Γυμνάσιο της Πωγωνιανής έπαψε να έχει τη δυναμική των παλιών χρόνων γιατί ιδρύθηκαν και άλλα Γυμνάσια και Λύκεια στις επαρχίες Πωγωνίου, Ζαγορίου και Κόνιτσας και τα οποία απορρόφησαν τους μαθητές. Επιπλέον μετά τον πόλεμο του 1940-41 οι πόρτες με τη Βόρεια Ήπειρο έκλεισαν οριστικά και τα χωριά της επαρχίας Πωγωνίου ερήμωσαν και δεν υπάρχουν παιδιά.

Η μόνη συστηματική οργανωμένη Μαθητική Εστία ήταν το λεγόμενο Εθνικό Ορφανοτροφείο Πωγωνιανής που υπάρχει και σήμερα και που δεχόταν μόνον ορφανούς φοιτητές στους οποίους εξασφάλιζε τα πάντα στέγη, ρούχα, παπούτσια, φαγητό και όλα τα μαθητικά είδη.

Η πολιτιστική κληρονομιά της Πωγωνιανής: Μουσεία και καλλιτεχνικοί χώροι

Λαογραφικό Μουσείο Πωγωνιανής – Δερόπολης

Η ιδέα της ίδρυσης Λαογραφικού Μουσείου γεννήθηκε τη δεκαετία του 1960 και υλοποιήθηκε σε αρχικό στάδιο με την προσωρινή στέγασή του στο παλιό Δημοτικό Σχολείο. Αργότερα, μεταφέρθηκε στο αρχοντικό του Λεωνίδα Βασιλειάδη όπου και στεγάστηκε για αρκετά χρόνια

Η περιοχή ήταν πλούσια σε παραδοσιακό υλικό το οποίο κινδύνευε να χαθεί. Έγινε προσπάθεια να συγκεντρωθεί και να διασωθεί αυτό υλικό είτε με προσφορές από τους κατοίκους οικογενειακών αντικειμένων είτε με έρευνα ακόμα και σε παλιά κτίρια.

Έτσι συγκεντρώθηκε ένα αξιόλογο υλικό που περιλάμβανε τοπικές ενδυμασίες, κεντήματα, οικιακά σκεύη, αντικείμενα από τη γεωργική και ποιμενική ζωή, εργαλεία και πάρα πολλά άλλα.

Είναι σημαντική η ιστορική σημασία και η πολιτιστική αξία αυτού του μουσείου που δημιουργήθηκε στην παραμεθόριο.

Μετά από κάποια χρόνια η Κοινότητα παραχώρησε επίσης στον Φιλεκπαιδευτικό – Λαογραφικό και Πολιτιστικό Σύλλογο το κτίριο που στεγαζόταν το στρατιωτικό φυλάκιο, καθώς και όλο το μουσειακό υλικό. Το κτίριο επισκευάστηκε με το πρόγραμμα Leader των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και επισκευάστηκε κατάλληλα για να στεγάσει το Λαογραφικό Μουσείο.

Στις 25 Αυγούστου 1996 (είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια του μουσείου) εγκαινιάστηκε το μουσείο στη νέα θέση όπου βρίσκεται σήμερα.

Νίκος Θ. Υφαντής, Η Πωγωνιανή – Παλιά Βοστίνα και τα Κοινοτικά Διαμερίσματα Δολό – Δρυμάδες – Σταυροσκιάδι, σελίδα 338

Ταχυδρομικό – Τηλεπικοινωνιακό Μουσείο Πωγωνιανής Πωγωνίου

Το μουσείο δημιουργήθηκε το 2013 και τα εγκαίνια του πραγματοποιήθηκαν στις 12 Αυγούστου 2013. Στεγάζεται στο ισόγειο του κτιρίου Κολέφα και αποτελεί ένα μουσειακό επικοινωνιακό χώρο.

Η συλλογή των αντικειμένων συγκεντρώθηκε από άτομα που εργάστηκαν στον ΟΤΕ και στα ΕΛΤΑ και ο καθένας από αυτούς έχει συνεισφέρει με τον τρόπο του στη δημιουργία του συγκεκριμένου μουσείου. Το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής ανήκει στον κ. Κωστούλα, ο οποίος δημιούργησε και αυτό το μουσείο με σκοπό να συνεισφέρει στην πολιτιστική κληρονομία του τόπου.

Πηγή: Βοστινιώτης

Το «Εργαστήριο Ψηφιδογραφίας και Εκθετήριο Έργων Τέχνης των Γιάννη και Νίκου Κολέφα»

Στεγάζεται στην Πωγωνιανή του Δήμου Πωγωνίου σε ένα ιστορικό διατηρητέο κτίριο, το οποίο έχει κατασκευαστεί το 1870. Το κτήριο είχε χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν ως διοικητήριο από τους Τούρκους.

Επίσης, τις δεκαετίες 1950 -1960 στον 1ο όροφο του κτηρίου λειτουργούσαν εμπορικά καταστήματα και στο 2ο όροφο στεγάζονταν τα γραφεία του συλλόγου της Πωγωνιανής. Το 2013 ο Δήμος Πωγωνίου ενέκρινε τη μελέτη αποκατάστασης του κτιρίου στα πλαίσια του προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη της Ελλάδας 2007-2013», η οποία ολοκληρώθηκε το 2016.

Πλέον το αποκατεστημένο κτίριο πληροί όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές ενός μουσειακού χώρου και είναι έτοιμο να φιλοξενήσει τόσο τη μόνιμη έκθεση των έργων του Γιάννη και Νίκου Κολέφα, όσο και την πραγματοποίηση διάφορων μουσειοπαιδαγωγικών προγραμμάτων με βάση την τέχνη του ψηφιδωτού.

Το κτίριο ανήκει στο Δήμο Πωγωνίου, ενώ η συλλογή ανήκει στους «Φίλους του Εργαστηρίου Ψηφιδογραφίας και Εκθετηρίου Έργων Τέχνης των Γιάννη και Νίκου Κολέφα».

Πηγή: Βοστινιώτης

Διαδρομές στην περιοχή

Είναι πολλές οι διαδρομές που μπορεί να κάνει ο επισκέπτης στην κοντινή αλλά και την ευρύτερη περιοχή. Από τις πιο ωραίες είναι η επίσκεψη στα δυο γεφύρια της χαράδρας του Κουβαρά

Το φαράγγι του Κουβαρά και τα δύο πέτρινα γεφύρια που βρίσκονται μέσα και γεφυρώνουν τον ομώνυμο ποταμό είναι κάτι που αξίζει να επισκεφτείτε.

Το γεφύρι της Νονούλως

Το «Γεφύρι της Νονούλως» και ο νερόμυλος βρίσκονται στην αρχή της χαράδρας και προσεγγίζονται από ένα λιθόστρωτο μονοπάτι που ξεκινάει από τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Πιο συγκεκριμένα, βρίσκεται στη βόρεια έξοδο της χαράδρας του Κουβαρά ανάμεσα στο Δολό και την Πωγωνιανή (Βοστίνα) και γεφυρώνει τον Κουβαρά στη θέση Ξυλογέφυρο όπου παλιά υπήρχε ξύλινο γεφύρι.

Το γεφύρι είναι μονότοξο με άνοιγμα 7 μέτρα και ύψος από την επιφάνεια του νερού 6 μέτρα. Κτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με τις οικονομίες της Νόνως (Νονούλα) Γαλανού, μιας φτωχής γυναίκας από το Δολό. Πηγαίνοντας καθημερινά στη Βοστίνα με τον γάϊδαρό της για να πουλάει ξύλα, διακινδύνευε τη ζωή της περνώντας από το σαπισμένο ξυλογέφυρο. Και αποφάσισε να το κάνει πέτρινο.

Για το αν πρόλαβε να υλοποιήσει το όνειρό της πριν ή μετά το θάνατό της υπάρχουν δύο μαρτυρίες διαφορετικές. 

  • Σύμφωνα με την πρώτη μαρτυρία η φτωχή Νονούλω μάζευε τις οικονομίες της και τελικά κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό και να κτιστεί το γεφύρι. Αργότερα όμως μια μέρα που ήταν καβάλα στο γάϊδαρο το ζώο αιφνιδιάστηκε, και την έριξε στο έδαφος. Ίσως αυτό το πέσιμο να ήταν και η αιτία να φύγει από τη ζωή.
  • Σύμφωνα με τη δεύτερη μαρτυρία όταν η Νονούλω πέθανε βρέθηκαν στο σπίτι της  κρυμμένα στο τοίχο νομίσματα που έφταναν το ποσό των 5.000 – 5.500 τουρκικές  λίρες. Με τα χρήματα αυτά κτίσητκε το γεφύρι στη θέση του ξυλογέφυρου στη μνήμη της Νονούλως.

Ανεξάρτητα από τις δυο μαρτυρίες οι συγχωριανοί της δεν την ξέχασαν ποτέ.

Δίπλα στο γεφύρι είναι και ο παλιός νερόμυλος ανακαινισμένος.

Πηγή: ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΤΑΣ, ΓΕΦΥΡΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ ΤΟΜΟΣ Γ΄, σελ. 84

Το γεφύρι του Κουβαρά

Το δεύτερο, το «γεφύρι μέσα στο φαράγγι», προσεγγίζεται από την περιοχή “ΤΣΟΥΜΠΑΡΙ” πριν από το Δολό. Το μονοπάτι είναι χαραγμένο, απόλυτα ασφαλές και χρειάζονται περίπου 15 λεπτά άνετου περπατήματος μέχρι την κοίτη του Κουβαρά και το γεφύρι. Πιο συγκεκριμένα, βρίσκεται κάτω από το χωριό Δολό, στην περιοχή του Πωγωνίου, στη βαθειά χαράδρα του Κουβαρά στη θέση Γούβες.

Είναι μονότοξο και γεφυρώνει το ομώνυμο ποτάμι, και παλιά εξυπηρετούσε το παλιό μονοπάτι που οδηγούσε στην Πωγωνιανή (παλιά Βοστίνα). Το γεφύρι κατασκευάστηκε το 1927 με απόφαση της δημογεροντίας και πάνω σε σχέδια ενός μηχανικού από τα Ιωάννινα.

Στο γεφύρι δούλεψε με το μπουλούκι του ο πρωτομάστορας Πασχάλης Ζούνης από την Πυρσόγιαννη. Η δαπάνη του ανήλθε στο ποσό των 16.000 δραχμών που κατέβαλαν κυρίως ξενιτεμένοι στην Αμερική Δολιώτες. Οι ντόπιοι βοήθησαν με προσωπική εργασία και οι γυναίκες κουβαλούσαν τα υλικά. 

Η κατασκευή του γεφυριού είχε μεγάλη σημασία για τους κατοίκους γιατί ένωσε τα δύο χωριά Δολό και Πωγωνιανή και οι κάτοικοι μπορούσαν να μετακινούνται με ασφάλεια. Το τέλος της κατασκευής ακολούθησε μεγάλο γλέντι.

Δυστυχώς οι κάτοικοι δεν κατόρθωσαν να το καμαρώσουν για πολύ έτσι όμορφο και καινούριο που ήταν. Κάποιες γυναίκες άρχισαν να αφαιρούν και να πετούν τις πέτρες στο ποτάμι. Πίστευαν ότι έτσι μπορούσαν να λυθούν τα μάγια. Όσες ήταν ανύπαντρες για να παντρευτούν, όσες δεν γεννούσαν παιδιά για να αποκτήσουν, όσες είχαν παιδιά για να μην πεθάνουν. Έλεγαν: “ρίξε μια σουμπέλα στο Λάκκο για να λυθούν τα μάγια» (σουμπέλα: μεγάλη πέτρα ακανόνιστου σχήματος).

Πηγή: ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΤΑΣ, ΓΕΦΥΡΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ ΤΟΜΟΣ Γ΄, σελ. 85

Το φαράγγι Κουβαρά είναι ένας εντυπωσιακός γεωλογικός σχηματισμός που έχει μήκος περίπου 5 χλμ. και χωρίζει τους δυο οικισμούς του Δολού και της Πωγωνιανής. Στο φαράγγι κυριαρχεί ποικιλία βλάστησης, δρύες, φράξοι, γράβοι, σφεντάμια, αγριοκερασιές, αγριοαμυγδαλιές, συκιές άγριες και ήμερες, αγριοκαστανιές, πλατάνια και ιτιές. Η πυκνή και ποικίλη βλάστηση καθώς και ανοίγματα των βράχων προσφέρουν ασφαλές μέρος ιδιαίτερα στα αρπακτικά για φωλιές αλλά και τροφή. Είναι σημαντικό βιότοπος για σπάνια είδη πουλιών.

Total
0
Shares
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Προηγούμενο Άρθρο

Πεζοπορία στις πηγές του Βοϊδομάτη: Μια μοναδική εμπειρία στο φαράγγι του Βίκου

Επόμενο Άρθρο

Δολό: Το πανέμορφο διατηρητέο χωριό του Πωγωνίου

Σχετικά Άρθρα

Η επιλογή αυτή είναι απενεργοποιημένη.